εὐχρηματία
From LSJ
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
English (LSJ)
ἡ, wealth, ibid.
Greek Monolingual
εὐχρηματία, ἡ (Α) ευχρήματος
αφθονία χρημάτων, πλούτος.
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
Full diacritics: εὐχρημᾰτία | Medium diacritics: εὐχρηματία | Low diacritics: ευχρηματία | Capitals: ΕΥΧΡΗΜΑΤΙΑ |
Transliteration A: euchrēmatía | Transliteration B: euchrēmatia | Transliteration C: efchrimatia | Beta Code: eu)xrhmati/a |
ἡ, wealth, ibid.
εὐχρηματία, ἡ (Α) ευχρήματος
αφθονία χρημάτων, πλούτος.