τρυγητήριον
From LSJ
Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
English (LSJ)
τό, wine-press, Gloss.
Greek (Liddell-Scott)
τρῠγητήριον: τό, ληνός, «πατητῆρι» σταφυλῶν, Γλωσσ.
Greek Monolingual
τὸ, Α
ο ληνός, το πατητήρι τών σταφυλιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρυγῶ (Ι) + κατάλ. -τήριον].