ἐξαπιναῖος

From LSJ
Revision as of 19:15, 8 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+), ([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2, $3.<br")

ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα καὶ σκιὰ μόνον → human being is only a breath and a shadow, man is but a breath and a shadow

Source

German (Pape)

[Seite 870] α, ον, auch 2. E., Hippocr., Pol. 26, 6, 1, plötzlich, unvermuthet; πολεμίων ἐφόδους κρυφαίας καὶ ἐξαπιναίας Xen. Hier. 10, 6; Sp. – Adv., Thuc. 1, 117 u. öfter; Xen. u. A.

French (Bailly abrégé)

α ou ος, ον :
soudain, subit.
Étymologie: ἐξαπίνης.

Greek Monolingual

ἐξαπίναιος, -α, -ον και ἐξαπιναῖος, -α, -ον και ἐξαπίναῖος, -ον (Α) εξαπίνης
αιφνίδιος, ξαφνικός («ἐξαπιναίαις συμφοραῑς», Δίων Κάσσ.).
επίρρ...
ἐξαπιναίως
αιφνίδια, ξαφνικά.

Russian (Dvoretsky)

ἐξᾰπῐναῖος: и 2 неожиданный, внезапный (ἔφοδος Xen., Polyb.).