groenteboer
From LSJ
Τὸ γὰρ θανεῖν οὐκ αἰσχρόν, ἀλλ' αἰσχρῶς θανεῖν → Mors ipsa non est foeda, sed foede mori → Das Sterben bringt nicht Schmach, doch sterben in der Schmach
Dutch > Greek
[[καυλοπώλης, λαχανᾶς, λαχανεύς, λαχανευτής, λαχανοπράτης, λαχανοπώλης, λαχανοπωλήτρια, ὀπωροκάπηλος, ὀπωροπώλης, ὀπωρώνης, πωμαρίτης]]