στροφάδην
From LSJ
βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμις → Aristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise
βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμις → Aristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise
στροφάδην: Ἐπίρρ., περιστροφικῶς, Νικήτ. Χων. σ. 256. 22 ἔκδ. Β.
Μ
επίρρ. με περιστροφές, με αλλεπάλληλες στροφές ή με επιστροφή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στροφή + επιρρμ. κατάλ. -άδην (πρβλ. τροχάδην)].