ἐγερσίβροτος
From LSJ
Οὗτος Ἰουστῖνον καὶ Νεοβιγάστην στρατηγοὺς προβαλόμενος, καὶ τὰς Βρεττανίας ἐάσας, περαιοῦται ἅμα τῶν αὐτοῦ ἐπὶ Βονωνίαν → He appointed Justinus and Neovigastes as generals, and leaving Britain, crossed with his forces to Bononia.(Olympiodorus/Photius)
English (LSJ)
ἐγερσίβροτον, awakening men, Procl.H.7.18.
Spanish (DGE)
-ον
• Prosodia: [-ῐ-]
que despierta o estimula a los hombres fig. ἀρεταί Procl.H.7.18.
Greek (Liddell-Scott)
ἐγερσίβροτος: -ον, ὁ τοὺς βροτοὺς ἐγείρων, Πρόκλ. Ὕμν. 18.
Greek Monolingual
ἐγερσίβροτος, -ον (Α)
αυτός που ανασταίνει τους νεκρούς.