διαπονητέον
From LSJ
Ἡ πενία δ' ἀγνώμονάς γε τοὺς πολλοὺς ποιεῖ → Immemores beneficiorum gignit inopia → Die Armut macht die meisten rücksichtslos und hart
English (LSJ)
one must work hard at, Ph. 2.235.
Spanish (DGE)
hay que esforzarse, hay que practicar, ἐγκράτεια, ἣν ... δ. el autodominio que hay que practicar Ph.2.235, τὸ ἔντεχνον Clem.Al.Paed.3.10.51.
Greek (Liddell-Scott)
διαπονητέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἐργασθῇ πολύ, Κλήμ. Ἀλ. 284.