moordzuchtig
From LSJ
Ἡ μωρία δίδωσιν ἀνθρώποις κακά → Inepta mens hominibus impertit mala → Die Torheit gibt den Menschen Unglück zum Geschenk
Dutch > Greek
ἀνθρωποκτόνος, ἀνδροθνής, ἀκρόχειρος, βροτοκτόνος, ἀνδροκμής, αὐτόχειρ, αὐθέντης, ἀνδροδάικτος, φονικός