φοβοῦ τὸ γῆρας, οὐ γὰρ ἔρχεται μόνον → fear old age, for it never comes alone
Full diacritics: ἀκηρυκτεί | Medium diacritics: ἀκηρυκτεί | Low diacritics: ακηρυκτεί | Capitals: ΑΚΗΡΥΚΤΕΙ |
Transliteration A: akērykteí | Transliteration B: akēryktei | Transliteration C: akiryktei | Beta Code: a)khruktei/ |
and ἀκηρ-υκτί, Adv.
A without flag of truce, ἐπιμείγνυσθαι Th. 2.1; πολεμεῖν D.C.50.7.
ἀκηρυκτεί: καὶ -τί, ἐπίρρ., ἡ ἄνευ κήρυκος ἐν πολέμῳ ἐπιμιξία, Θουκ. 2.1, ἀλλ’ ἐν Δίων. Κ. 50.7, ἄνευ παραδοχῆς κήρυκος, πρβλ. ἑπόμ.