ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν → forgive us our trespasses
[Seite 464] donnerartig, Or. Sib.
βροντηδόν: ἐπίρρ., ὡς βροντή, Χρησμ. Σιβύλλ. 5345.