πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασιν τί ποιοῦσιν → father, forgive them, for they know not what they do
Full diacritics: αἰνιγματοποιός | Medium diacritics: αἰνιγματοποιός | Low diacritics: αινιγματοποιός | Capitals: ΑΙΝΙΓΜΑΤΟΠΟΙΟΣ |
Transliteration A: ainigmatopoiós | Transliteration B: ainigmatopoios | Transliteration C: ainigmatopoios | Beta Code: ai)nigmatopoio/s |
όν,
A propounding riddles, Eust.1074.60.
αἰνιγματοποιός: -όν, ὁ ποιῶν ἢ προτείνων αἰνίγματα, Εὐστ. 1074. 60.