ἀναφάλαντος

From LSJ
Revision as of 11:12, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_18)

Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort

Menander, Monostichoi, 321
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναφάλαντος Medium diacritics: ἀναφάλαντος Low diacritics: αναφάλαντος Capitals: ΑΝΑΦΑΛΑΝΤΟΣ
Transliteration A: anaphálantos Transliteration B: anaphalantos Transliteration C: anafalantos Beta Code: a)nafa/lantos

English (LSJ)

ον,

   A forehead-bald, LXX Le.13.41, freq. in Pap., PPar.5.1.5 (ii B.C.), etc.:—ἀναφαλάντ-ανθος, PPetr.1p.54 (iii B.C.), etc.

German (Pape)

[Seite 213] mit kahlem Vorderkopfe, Sp.; LXX.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναφάλαντος: -ον, ὁ, ἔχων ἄτριχον τὸ ὑπεράνω τοῦ μετώπου μέρος τῆς κεφαλῆς, «ἐὰν δὲ κατὰ πρόσωπον μαδήσῃ ἡ κεφαλὴ αὐτοῦ, ἀναφάλαντός ἐστιν» Ἑβδ. (Λευϊτ. ιγ΄, 41). - ἀναφάλας, ὁ, Μαλαλ.: ἴδε Δουκάγγ.