τέλλις
From LSJ
Οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → Nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us
English (LSJ)
ἡ, = foreg., prob. l. in Epich.43, 114.
German (Pape)
[Seite 1088] ἡ, = Vor., Epicharm. bei Ath. III, 85 e.
Greek (Liddell-Scott)
τέλλις: ἡ, = τῷ προηγ., πιθ. γρ. παρ’ Ἐπιχ. σ. 43.