ζιβύνη
From LSJ
Menander, Monostichoi, 501
English (LSJ)
ἡ,
A = σιβύνη, LXXIs.2.4, Ph.Bel.92.44, Porph. ap. Eus.PE 3.12: ζηβήνη, Hsch.:—Dim. ζιβύννιον, τό, Id.
German (Pape)
[Seite 1140] ἡ, = σιβύνη, LXX.
Greek (Liddell-Scott)
ζιβύνη: ἡ, = σιβύνη, Ἑβδ. (Ἡσαΐ. 2. 4)· ζηβύνη Μαθ. Ἀρχ. σ. 92· ζηβήνη Ἡσύχ.· - ὑποκορ. ζιβύνιον, τό, Ἡρῳδιαν. Ἐπιμερ. 40, Ἡσύχ.