εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → a way of life disposed to silence is contemptible (Menander)
Φειδιππίδης: -ου, ὁ, κωμικὸν πατρωνυμικ. ἐν Ἀριστοφ. Νεφ. ― Ὑποκορ. Φειδιππίδιον, τό, αὐτόθι 81.