καρποφύλαξ
From LSJ
Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod
English (LSJ)
[ῠ], ᾰκος, ὁ,
A watcher of fruit, AP6.22 (Zonas).
German (Pape)
[Seite 1329] ακος, ὁ, Fruchtwächter, Zon. 3 (VI, 22).
Greek (Liddell-Scott)
καρποφύλαξ: ῠ, -ᾰκος, ὁ, ὁ φυλάττων τοὺς καρπούς, Ἀνθ. Π. 6. 22.