Βοιώτιος
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
α, ον :
de Béotie, Béotien ; en mauv. part lourdaud, béotien.
Étymologie: Βοιωτός.