ἐπιτηδέως
From LSJ
λέγεται δὲ καὶ κλῶνας αὐτῆς θύραις ἢ θυρίσι προστεθέντας ἀποκρούειν τὰς τῶν φαρμάκων κακουργίας → its branches attached to doors or windows are said to repel the evil of spells
English (LSJ)
Adv. of ἐπιτήδεος, Ion. for ἐπιτήδειος (q.v.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιτηδέως: Ἐπίρρ. τοῦ ἐπιτήδεος, Ἰων. ἀντὶ ἐπιτήδειος, ὃ ἴδε.
French (Bailly abrégé)
adv.
avec soin.
Étymologie: ion. c. ἐπιτηδείως.