Μολοσσία
From LSJ
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
la Molossie, contrée d’Épire.
Étymologie: Μολοσσός.
English (Slater)
Μολοσσία in Epirus, later Thesprotia. Μολοσσίᾳ δ' ἐμβασίλευεν ὀλίγον χρόνον (sc. Νεοπτόλεμος) (N. 7.38)
English (Slater)
Μολοσσία in Epirus, later Thesprotia. Μολοσσίᾳ δ' ἐμβασίλευεν ὀλίγον χρόνον (sc. Νεοπτόλεμος) (N. 7.38)