μηδεὶς φοβείσθω τὸν θάνατον → let nobody be afraid of death
ἀνταναστρέφω: ἀναστρέφω ὀπίσω, Κλήμ. Ἀλ. 160.
recaer fig. repercutir αὗται (δόξαι) αὖθις πρὸς ἡμᾶς ἀνταναστρέφουσι, καθάπερ πρὸς τὸν βάλλοντα ἡ σφαῖρα Clem.Al.Paed.1.13.103.