Διθυραμβογενής

From LSJ

Πένητας ἀργοὺς οὐ τρέφει ῥᾳθυμία → Desidia nescit educare pauperem → Den trägen Armen nährt nicht seine Arbeitsscheu

Menander, Monostichoi, 460
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Δῐθῠραμβογενής Medium diacritics: Διθυραμβογενής Low diacritics: Διθυραμβογενής Capitals: ΔΙΘΥΡΑΜΒΟΓΕΝΗΣ
Transliteration A: Dithyrambogenḗs Transliteration B: Dithyrambogenēs Transliteration C: Dithyramvogenis Beta Code: *diqurambogenh/s

English (LSJ)

son of the dithyramb, Bacchus-born, born of Dithyramb; v. διθύραμβος ΙΙ.

Greek (Liddell-Scott)

Δῑθῠραμβογενής: ὁ, πρβλ. διθύραμβος ΙΙ.

Greek Monotonic

Δῑθῠραμβογενής: ὁ (γί-γνομαι), αυτός που γεννήθηκε από το Βάκχο, σε Ανθ.