Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

Παρνασιάς

From LSJ

Δαίμων ἐμαυτῷ γέγονα γήμας πλουσίαν → Malus sum mihimet ipse Genius, ducta divite → Ich stürzt' mich selbst ins Unglück durch die reiche Frau

Menander, Monostichoi, 132
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Παρνασιάς Medium diacritics: Παρνασιάς Low diacritics: Παρνασιάς Capitals: ΠΑΡΝΑΣΙΑΣ
Transliteration A: Parnasiás Transliteration B: Parnasias Transliteration C: Parnasias Beta Code: *parnasia/s

English (LSJ)

v. sub Παρνασός.

Greek Monolingual

και ιων. τ. Παρνησιάς και Παρνασσίς και Παρνησίς, ἡ, Α
αυτή που ανήκει ή αναφέρεται στον Παρνασσό («μολεῖν... Παρνασίαν ὑπὲρ κλιτύν», Σοφ.).
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Παρνασ(σ)ός + επίθημα -ιάς (πρβλ. Κρονιάς)].

Russian (Dvoretsky)

Παρνᾱσιάς: ион. Παρνησιάς, άδος (ᾰδ) adj. f парнасская Eur.