Φιλεῖ δ' ἑαυτοῦ πλεῖον οὐδεὶς οὐδένα → Haud ullus alii quam sibi est amicior → Es liebt ja keiner einen andern mehr als sich
και Στώαξ, -ακος, ὁ, Αένας από τους Στωικούς.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < στοά + επίθημα -αξ (πρβλ. σκύλαξ)].