Οἶνος γὰρ ἐμποδίζει → Vinum impedit → Denn Wein behindert
ο (θηλ. -ού)1. ο πωλητής αβγών, ο αβγοπώλης2. αβγοφάγος·3. το θηλ. λέγεται ιδιαίτερα για την κότα που γεννά πολλά αβγά.