ἄνεμος καὶ ὄλεθρος ἄνθρωπος → ruinous and unstable man, a man unstable as the wind
τοτο άκρο της αιχμής του αλεξικέραυνου.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Η λ. πλάστηκε από ακρο- (Ι) + -αίχμιο < αιχμή].