αλυτρωτισμός

From LSJ

Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)

Source

Greek Monolingual

ο
πολιτική, σύμφωνα με την οποία επιδιώκεται η απελευθέρωση υπόδουλων ομοεθνών.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλύτρωτος + παραγ. κατάλ. -ισμός
απόδοση στα Ελληνικά του ιταλ. όρου irredentismo].