ανθρωπόνους

From LSJ

Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit

Menander, Monostichoi, 449

Greek Monolingual

ἀνθρωπόνους, -ουν (Α)
αυτός που έχει ανθρώπινο μυαλό, ευφυής, έξυπνος (αποδίδεται συνήθως σε πιθήκους —Αιλιανός, Στράβων).