απηλιώτης
From LSJ
Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν → Being rich can even produce a social conscience → Animos nonnumquam humanos concinnant opes → Mitunter macht der Reichtum Menschen auch human
Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν → Being rich can even produce a social conscience → Animos nonnumquam humanos concinnant opes → Mitunter macht der Reichtum Menschen auch human
ἀπηλιώτης, ο (Α)
(με ή χωρίς τη λ. άνεμος) ο ανατολικός άνεμος, ο λεβάντες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < απ(ο)- + ηλιώτης («αυτός που ανήκει στον ήλιο»), με ιωνική ψίλωση].