φιλεῖ δέ τοι, δαιμόνιε, τῷ κάμνοντι συσπεύδειν θεός → you know, my good fellow, when a man strives hard, a god tends to lend him aid
ἀποσταδόν κ. -δά (Α) κ. -δην (Μ) αφίσταμαιαπό απόσταση, από μακριά.