βλαστίδιο

From LSJ

τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας· μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται. (2Thess 2:7) → For the mystery of lawlessness is already at workjust at work until the one who is now constraining it is taken out.

Source

Greek Monolingual

το
1. μία από τις αρχικές εμβρυϊκές μορφές των ζώων
2. ο ένας πόλος του φυτικού εμβρύου, από τον οποίο θα σχηματιστεί ο βλαστός και τα φύλλα.