Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

γνάθων

From LSJ

συκοφάντης ἐστὶν ἐν πόλει λύκος (τοῖς πέλας λύκος) → Calumniator, quemquem novit, huic lupus'st → Der Denunziant lebt in der Stadt gleichsam als Wolf (ist seinen Nachbarn wie ein Wolf)

Menander, Monostichoi, 440
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γνάθων Medium diacritics: γνάθων Low diacritics: γνάθων Capitals: ΓΝΑΘΩΝ
Transliteration A: gnáthōn Transliteration B: gnathōn Transliteration C: gnathon Beta Code: gna/qwn

English (LSJ)

ωνος, ὁ, full-mouth, pr. n. of a parasite, Plu.2.707e, Longus4.16:—also Γναθωνάριον, ibid.: Γναθωνίδης Luc.Tim.45.

Spanish (DGE)

αὔλημά τι ἢ ἀναφύσημα Phot.γ 161.

Greek (Liddell-Scott)

γνάθων: -ωνος, ὁ, ὁ ἔχων ἐξωγκωμένας παρειάς, ὁ ἔχων πλῆρες τὸ στόμα· παρὰ μεταγ. κωμ. ὡς κύριον ὄνομα παρασίτου, Πλούτ. 707Ε, Λόγγ. 4, 10 κ. ἀλλ., Ἀλκίφρ. 3, 34, Plaut., Terent., πρβλ. γνάθος.

German (Pape)

ωνος, ὁ, Pausback, als Eigenname von Parasiten, Plut. und Comici.