δημοτολόγιο
From LSJ
μηδέν' ὀλβίζειν, πρὶν ἂν τέρμα τοῦ βίου περάσῃ μηδὲν ἀλγεινὸν παθών → Count no man blessed 'til he's passed the endpoint of his life without grievous suffering. (Sophocles, King Oedipus 1529f.)
Greek Monolingual
το
το γενικό μητρώο τών δημοτών και τών δύο φύλων, σε αντιδιαστολή προς το μητρώο αρρένων, στο οποίο περιλαμβάνονται μόνο οι άρρενες δημότες.