Φίλον δι' ὀργὴν ἐν κακοῖσι μὴ προδῷς → Amicum ob iram deserere cave in malis → Verrate einen Freund nicht in der Not aus Zorn
και διακόναρος, ο (θηλ. διακονιάρα ή διακονιάρισσα, η) διακονιά
1. ζητιάνος, επαίτης
2. άνθρωπος κατώτερης κοινωνικής ή οικονομικής θέσης.