Ἔστιν τι κἀν κακοῖσιν ἡδονῆς μέτρον → Voluptas aliqua inest vel infortunio → Es wohnt im Leid auch ein begrenztes Maß an Lust
(Α διαπηγνύω)
παρεμβάλλω ή μπήγω κάτι ανάμεσα σε διάφορα πράγματα για να τά στερεώσω
αρχ.
1. μπήγω, σφηνώνω
2. σκληραίνω κάτι παγώνοντάς το.