Ταμιεῖον ἀνθρώποισι σωφροσύνη μόνη → Magnum horreum est hominibus temperantia → Ihr Vorratsschatz ist Menschen Mäßigung allein
(Α διαπηγνύω)
παρεμβάλλω ή μπήγω κάτι ανάμεσα σε διάφορα πράγματα για να τά στερεώσω
αρχ.
1. μπήγω, σφηνώνω
2. σκληραίνω κάτι παγώνοντάς το.