διαστρωμάτωση

From LSJ

ἀλλ' οὐκ οἰωνοῖσιν ἐρύσσατο κῆρα μέλαιναν → by no augury could he ward off black death

Source

Greek Monolingual

η
η κατάταξη σε στρώματα, η διαμόρφωση στρωμάτων.