δραπέτευση
From LSJ
Ὁ μὴ δαρεὶς ἄνθρωπος οὐ παιδεύεται → Male eruditur ille, qui non vapulat → nicht recht erzogen wird ein nicht geschundner Mensch
Greek Monolingual
η (AM δραπέτευμα, το
Μ και δραπέτευσις, η)
απόδραση, το να φύγει κάποιος κρυφά.
Ὁ μὴ δαρεὶς ἄνθρωπος οὐ παιδεύεται → Male eruditur ille, qui non vapulat → nicht recht erzogen wird ein nicht geschundner Mensch
η (AM δραπέτευμα, το
Μ και δραπέτευσις, η)
απόδραση, το να φύγει κάποιος κρυφά.