ἀλωπεκίζω πρὸς ἑτέραν ἀλώπεκα → Greek meets Greek | with the fox, be a fox
ἐγκροτῶ (-έω) (Α)1. χτυπώ στο έδαφος2. χτυπιέμαι αμοιβαία3. χτυπώ την πόρτα4. καρφώνομαι.