Ούτως είη ημίν ο Θεός βοηθός και το Ιερόν Αυτού Ευαγγέλιον → So help us God and His holy Gospel
και ξεθάπτω και ξεθάβω (AM ἐκθάπτω)1. βγάζω από τον τάφο2. γεν. ξεχώνω κάτι καλά κρυμμένονεοελλ.ανακαλύπτω κάτι χαμένο ή λησμονημένο.