εριγηθής

From LSJ

Δεῖ τοὺς φιλοῦντας πίστιν, οὐ λόγους ἔχειν → Non bene stat intra verba amicorum fidesVertrauen müssen Freunde sich, viel reden nicht

Menander, Monostichoi, 115

Greek Monolingual

ἐριγηθής, -ές (Α)
περιχαρής, χαρμόσυνος («ἐριγηθῇ νίκην», Ορφ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ερι- (επιτ. μόριο) + -γηθής (< γήθος «χαρά»].