εἰναέτης

From LSJ

τὸ ἀεὶ ταῦτα οὕτως ἔχειν ἐχάλασαν → relaxed the strictness of the doctrine of perpetual strife

Source

French (Bailly abrégé)

ης, ες :
de neuf années.
Étymologie: ἐννέα, ἔτος.

Spanish (DGE)

εἰναετής v. ἐνναέτης, -ες.