πλέων επί οίνοπα πόντον επ' αλλοθρόους ανθρώπους → while sailing over the wine-dark sea to men of strange speech
τοβλ. ζέω.[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένο ουδ. μτχ. του ρ. ζέω«βράζω»].