ἐὰν δ' ἔχωμεν χρήμαθ', ἕξομεν φίλους → if we have money, then we will have friends | if we have money, we shall have friends
-η, -ομισοσβησμένος, όχι εντελώς σβησμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + σβεστος (< σβέννυ-μι «σβήνω»)].