θρασυμάχειος
From LSJ
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
English (LSJ)
v. θρασύμαχος.
Greek Monolingual
θρασυμάχειος, -α, -ον (Α) Θρασύμαχος
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Θρασύμαχο.