ιναία

From LSJ

Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...

Source

Greek Monolingual

ἰναία, ἡ (Α) [ις (Ι)]
(για δίνη ή ρεύμα της θάλασσας) δύναμη.