κακόθυρσος
From LSJ
Καιροσκόπει (Καιρῷ σκόπει) τὰ πράγματ', ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Sanus es? Negotiorum observes tempora → Zur rechten Zeit tu alles, hast du nur Vernunft
English (LSJ)
κακόθυρσον, Glossaria on ἄθυρσος, Sch.E. Or.1492.
German (Pape)
[Seite 1300] Erkl. von ἄθυρσος, Schol. Eur. Or. 1492.
Greek (Liddell-Scott)
κᾰκόθυρσος: -ον, πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ ἄθυρσος, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Ὀρ. 1492.