γνοίης ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι → you know how much better are donkeys from mules
(ΑΜ κενολογῶ, -έω) κενολόγοςμιλώ χωρίς νόημα, λέγω ανόητα πράγματα, ματαιολογώ, αερολογώ, μωρολογώ, φλυαρώ.