λακκί

From LSJ

Διὰ τὰς γυναῖκας πάντα τὰ κακὰ γίγνεται → Mala non videbis fieri nisi per mulieres → Das Leid erwächst uns durch die Frauen allesamt

Menander, Monostichoi, 134

Greek Monolingual

λακκί και λαγκί, τὸ (Μ) λάκκος
το λακκάκι στο κάτω μέρος του λαιμού.