μαντολάτο
From LSJ
ἐν γὰρ χερσὶ τέλος πολέμου, ἐπέων δ' ἐνὶ βουλῇ → War finds its end in arms, words find their end in debate (Iliad 16.630)
ἐν γὰρ χερσὶ τέλος πολέμου, ἐπέων δ' ἐνὶ βουλῇ → War finds its end in arms, words find their end in debate (Iliad 16.630)
και μανδολάτο, το
σκληρό και συμπαγές γλύκισμα που παρασκευάζεται από ασπράδι αβγού, ζάχαρη ή μέλι και καβουρντισμένα αμύγδαλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βεν. mandolato «αμυγδαλωτό» < mandola «αμύγδαλο»].