μεθοκόπημα

From LSJ

ὅσα ἦν νενοσσευμένα ὀρνίθων γένεα → as many species of birds as had their nests, all the other kinds of birds which had been hatched

Source

Greek Monolingual

και μεθοκόπι, το μεθοκοπώ
συχνή και υπερβολική οινοποσία, μπεκρούλιασμα.